Wütend στα ελληνικά

Μετάφραση: wütend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μολυβής, άγριος, μανιασμένος, φανατικός, οργισμένος, θηριώδης, εξοργισμένος, βάρβαρος, θυμωμένος, λυσσαλέος, μαινόμενος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό
Wütend στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anstiftend στα ελληνικά - υποκίνηση, η υποκίνηση, ηθική αυτουργία, έκανε την πρόταση, που έκανε την πρόταση
  • dekomprimierend στα ελληνικά - αποσυμπίεση, την αποσυμπίεση, αποσυμπίεση των, αποσυμπιέζοντας, αποσυμπίεσής
Τυχαίες λέξεις
Wütend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μολυβής, άγριος, μανιασμένος, φανατικός, οργισμένος, θηριώδης, εξοργισμένος, βάρβαρος, θυμωμένος, λυσσαλέος, μαινόμενος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό