Καρδαμώνω στα γερμανικά
Μετάφραση: καρδαμώνω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stärken, verstärken, Kardamomen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρδαμώνω
καρδαμώνω λεξικό γλώσσας γερμανικά, καρδαμώνω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- καραφλός στα γερμανικά - trocken, nackt, federlos, kahl, dürftig, armselig, frech, ...
- καρδάρα στα γερμανικά - Butterfass, Churn, Abwanderung, Abwanderungs
- καρδιά στα γερμανικά - essenz, kerne, mut, herz, mitte, wesentliche, vorliebe, ...
- καρδινάλιος στα γερμανικά - kardinalzahl, grundsätzlich, kardinal, grundlegend, karmin, Kardinal, Himmels, ...
Τυχαίες λέξεις
Καρδαμώνω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: stärken, verstärken, Kardamomen
Μεταφράσεις: stärken, verstärken, Kardamomen