Καρδαμώνω στα ολλανδικά
Μετάφραση: καρδαμώνω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sterken, kardemom
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρδαμώνω
καρδαμώνω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καρδαμώνω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καραφλός στα ολλανδικά - kaal, kaalhoofdig, kale, Bald, De kale, Het kale
- καρδάρα στα ολλανδικά - karnen, karn, churn, karnton, klantverloop
- καρδιά στα ολλανδικά - hart, pit, middelmaat, moed, binnenste, midden, kern, ...
- καρδινάλιος στα ολλανδικά - fundamenteel, kardinaal, Cardinal, hoofd, kardinale, hoofdtelwoord
Τυχαίες λέξεις
Καρδαμώνω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: sterken, kardemom
Μεταφράσεις: sterken, kardemom