Καρδαμώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: καρδαμώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kuvvetlendirmek, kakule
Καρδαμώνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρδαμώνω

καρδαμώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, καρδαμώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καραφλός στα τούρκικα - yüzsüz, dazlak, kel, bald, kel bir, saçsız
  • καρδάρα στα τούρκικα - yayık, güğüm, köpürtmek, karıştırmak, süt kabı
  • καρδιά στα τούρκικα - gönül, orta, kalp, merkez, yürek, kalbi, heart, ...
  • καρδινάλιος στα τούρκικα - esaslı, kardinal, cardinal, ana, önemli, başlıca
Τυχαίες λέξεις
Καρδαμώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kuvvetlendirmek, kakule