Λόφος στα γερμανικά
Μετάφραση: λόφος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anhöhe, hügel, Hügel, Berg, Anhöhe, Hügels
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λόφος
λόφος φιλοπάππου χάρτης, λόφος προφήτη ηλία χαϊδάρι χαρτης, λόφος πνύκας, λόφος πανί, λόφος αρδηττού, λόφος λεξικό γλώσσας γερμανικά, λόφος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λόμπι στα γερμανικά - vorraum, diele, interessengruppe, vestibül, vorhalle, halle, empfangshalle, ...
- λόρδος στα γερμανικά - gebieter, lord, Herr, Herrn, Fürst
- λύμα στα γερμανικά - vergeuden, abfall, schwinden, verschwenden, einöde, verfallen, verwüsten, ...
- λύνω στα γερμανικά - entschließung, erklärung, entschlossenheit, lösen, zu lösen, Lösung, gelöst
Τυχαίες λέξεις
Λόφος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: anhöhe, hügel, Hügel, Berg, Anhöhe, Hügels
Μεταφράσεις: anhöhe, hügel, Hügel, Berg, Anhöhe, Hügels