Μακρόθυμος στα γερμανικά
Μετάφραση: μακρόθυμος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nachsichtig, duldsam, Langmut, langmütig, leid, leidgeprüften, langmütigen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μακρόθυμος
μακρόθυμος λεξικό γλώσσας γερμανικά, μακρόθυμος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μακριά στα γερμανικά - ausgeschaltet, fort, weg, von, weit, abseits, entfernt, ...
- μακροθυμία στα γερμανικά - schwäche, nachgiebigkeit, stundung, dummheit, torheit, nachsicht, duldsamkeit, ...
- μακρόστενο στα γερμανικά - rechteck, rechteckig, länglich, Lang, länglichen, längliche, länglicher
- μακρύς στα γερμανικά - lang, weitsichtig, begehren, verlangen, weit, sehnen, lange, ...
Τυχαίες λέξεις
Μακρόθυμος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: nachsichtig, duldsam, Langmut, langmütig, leid, leidgeprüften, langmütigen
Μεταφράσεις: nachsichtig, duldsam, Langmut, langmütig, leid, leidgeprüften, langmütigen