Μεγαλοπρέπεια στα γερμανικά
Μετάφραση: μεγαλοπρέπεια, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
majestät, Pracht, Großartigkeit, Herrlichkeit, Glanz, Prunk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγαλοπρέπεια
μεγαλοπρέπεια συνώνυμα, μεγαλοπρέπεια λεξικό γλώσσας γερμανικά, μεγαλοπρέπεια στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μεγαλειώδης στα γερμανικά - hoheitsvoll, königlich, erhaben, majestätisch, großartig, groß, großen, ...
- μεγαλοποιώ στα γερμανικά - übertreiben, vergrößern, überziehen, overdraw, zu überziehen, überzeichnen
- μεγαλοπρεπής στα γερμανικά - königlich, hoheitsvoll, majestätisch, erhaben, großartig, ausgezeichnet, herrlich, ...
- μεγαλορρημοσύνη στα γερμανικά - schwulst, megalorrimosyni
Τυχαίες λέξεις
Μεγαλοπρέπεια στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: majestät, Pracht, Großartigkeit, Herrlichkeit, Glanz, Prunk
Μεταφράσεις: majestät, Pracht, Großartigkeit, Herrlichkeit, Glanz, Prunk