Μετρητά στα γερμανικά
Μετάφραση: μετρητά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einlösen, kasse, bargeld, Bargeld, bar, Cash, Geld
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μετρητά
μετρητά στο αεροδρόμιο, μετρητά τέλος για αγορές άνω των 1.500 ευρώ, μετρητά άμεσα, μετρητά στην εφορία, μετρητά από πιστωτικές κάρτες, μετρητά λεξικό γλώσσας γερμανικά, μετρητά στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- μετοχή στα γερμανικά - partizip, mittelwort, Aktie, Anteil, teilen, Aktien
- μετρ στα γερμανικά - übersteigen, herr, master, beherrschen, grund, überwinden, gebieter, ...
- μετρητής στα γερμανικά - n, taktmesser, messer, metrik, pegel, meter, maßstab, ...
- μετριάζω στα γερμανικά - zorn, wut, mittelmäßig, temperament, mildern, massig, mäßig, ...
Τυχαίες λέξεις
Μετρητά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: einlösen, kasse, bargeld, Bargeld, bar, Cash, Geld
Μεταφράσεις: einlösen, kasse, bargeld, Bargeld, bar, Cash, Geld