Μετρητά στα ουκρανικά

Μετάφραση: μετρητά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
каш, інкасувати, гроші, готівка, касовий, готівкові, готівку, наявні, готівкою
Μετρητά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετρητά

μετρητά στο αεροδρόμιο, μετρητά τέλος για αγορές άνω των 1.500 ευρώ, μετρητά άμεσα, μετρητά στην εφορία, μετρητά από πιστωτικές κάρτες, μετρητά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μετρητά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μετοχή στα ουκρανικά - дієприкметник, частка, доля, частина
  • μετρ στα ουκρανικά - щогла, метр, метре, Сирник
  • μετρητής στα ουκρανικά - розтоплений, калібр, метрологія, вимірювати, розмір, метеори, лічильник, ...
  • μετριάζω στα ουκρανικά - вдача, темперамент, тельфер, настрій, загартувати, модеми, лють, ...
Τυχαίες λέξεις
Μετρητά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: каш, інкасувати, гроші, готівка, касовий, готівкові, готівку, наявні, готівкою