Ορίζω στα γερμανικά

Μετάφραση: ορίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anordnen, befehlen, definieren, bestimmen, zu definieren, definiert
Ορίζω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορίζω

ορίζω στα αγγλικά, ορίζω παράγωγα, ορίζω in english, ορίζω αρχικοί χρόνοι, ορίζω μεταφραση, ορίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, ορίζω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • οπτικός στα γερμανικά - optische, sichtbar, optiker, visuell, optisch, optischen, optischer, ...
  • ορίζοντας στα γερμανικά - aussicht, ansicht, durchblick, blick, horizont, Horizont, Horizonts, ...
  • οραματιστής στα γερμανικά - phantastisch, phantast, seher, prophet, hellseher, Visualizer, Visualisierer, ...
  • ορατός στα γερμανικά - sichtbar, sichtbaren, sichtbare, sichtbares, sehen
Τυχαίες λέξεις
Ορίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: anordnen, befehlen, definieren, bestimmen, zu definieren, definiert