Ορίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ορίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skirti, apibrėžti, nustatyti, nustato, apibrėžia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορίζω
ορίζω στα αγγλικά, ορίζω παράγωγα, ορίζω in english, ορίζω αρχικοί χρόνοι, ορίζω μεταφραση, ορίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ορίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οπτικός στα λιθουανικά - optinis, optinio, Optical, optinių, optinės
- ορίζοντας στα λιθουανικά - horizontas, Horizon, horizonto, horizontą
- οραματιστής στα λιθουανικά - visualizer
- ορατός στα λιθουανικά - matomas, matoma, matomi, matomos, matyti
Τυχαίες λέξεις
Ορίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skirti, apibrėžti, nustatyti, nustato, apibrėžia
Μεταφράσεις: skirti, apibrėžti, nustatyti, nustato, apibrėžia