Πολυθρόνα στα γερμανικά
Μετάφραση: πολυθρόνα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lehnstuhl, Sessel, Sessel für, Lehnsessel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολυθρόνα
πολυθρόνα γραφείου, πολυθρόνα για δύο, πολυθρόνα κρεβάτι, πολυθρόνα barcelona τιμη, πολυθρόνα για τρεις, πολυθρόνα λεξικό γλώσσας γερμανικά, πολυθρόνα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πολυδάπανος στα γερμανικά - überspannt, verschwenderisch, teuer, kostspielig, aufwendig, aufwändig, kostspielige
- πολυειδής στα γερμανικά - facettenreich, mannigfaltig, vielfältig, vielfältigen, vielfältige, mannigfaltigen, vielfältiger
- πολυλογάς στα γερμανικά - plappermaul, plaudertasche, schwätzer, quasselstrippe, Schwätzer, Quasselstrippe, Plaudertasche, ...
- πολυμαθής στα γερμανικά - gelehrt, gelernt, lernte, erfuhr
Τυχαίες λέξεις
Πολυθρόνα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: lehnstuhl, Sessel, Sessel für, Lehnsessel
Μεταφράσεις: lehnstuhl, Sessel, Sessel für, Lehnsessel