Πολυθρόνα στα νορβηγικά
Μετάφραση: πολυθρόνα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lenestol, lenestolen, lenestoler, stol, stoler
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολυθρόνα
πολυθρόνα γραφείου, πολυθρόνα για δύο, πολυθρόνα κρεβάτι, πολυθρόνα barcelona τιμη, πολυθρόνα για τρεις, πολυθρόνα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πολυθρόνα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- πολυδάπανος στα νορβηγικά - ødsel, kostbar, kost, kostbart, kostbare, dyrt
- πολυειδής στα νορβηγικά - mangfoldige, mangfoldig, multifarious, Společenství, mangfoldige felles
- πολυλογάς στα νορβηγικά - skravlebøtte, chatterbox, chatten, pratsom, av Chatterbox
- πολυμαθής στα νορβηγικά - lært, lærte, har lært, læres
Τυχαίες λέξεις
Πολυθρόνα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: lenestol, lenestolen, lenestoler, stol, stoler
Μεταφράσεις: lenestol, lenestolen, lenestoler, stol, stoler