Έδρα στα δανικά
Μετάφραση: έδρα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bænk, stol, plads, sæde, sædet, hjemsted, sædets
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έδρα
έδρα alpha bank, έδρα unesco απθ, έδρα ατομικήσ επιχείρησησ σε ενοικιαζόμενο ακίνητο, έδρα περιφέρειας ανατολικής μακεδονίας θράκης, έδρα στα αγγλικά, έδρα λεξικό γλώσσας δανικά, έδρα στα δανικά
Μεταφράσεις
- έγχυμα στα δανικά - infusion, infusionsvæske, infusionen
- έδαφος στα δανικά - land, område, fange, fornuft, lande, grund, jord, ...
- έδρανο στα δανικά - skammel, afføring, ekskrementer, bænk, bærende, betydning, indflydelse, ...
- έθιμα στα δανικά - told, told-, toldmyndighederne, toldvæsenet, skikke
Τυχαίες λέξεις
Έδρα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bænk, stol, plads, sæde, sædet, hjemsted, sædets
Μεταφράσεις: bænk, stol, plads, sæde, sædet, hjemsted, sædets