Έκπτωση στα δανικά

Μετάφραση: έκπτωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
deduktion, fradrag, rabat, billigt, rabatten, discount
Έκπτωση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκπτωση

έκπτωση ασφαλιστικών εισφορών, έκπτωση κτελ εκλογές 2014, έκπτωση φόρου 2.100 ευρώ, έκπτωση εργολάβου, έκπτωση αναδόχου, έκπτωση λεξικό γλώσσας δανικά, έκπτωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • έκπαγλος στα δανικά - ekpaglos
  • έκπληξη στα δανικά - overraskelse, overraskende, surprise, overraske
  • έκρηξη στα δανικά - sprængning, eksplosion, detonation, eksplosionen, eksplosionsbeskyttelse, eksplosionsfare
  • έκσταση στα δανικά - ecstasy, ekstase, af ecstasy
Τυχαίες λέξεις
Έκπτωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: deduktion, fradrag, rabat, billigt, rabatten, discount