Αδιάφορος στα δανικά

Μετάφραση: αδιάφορος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ligeglade, ligeglad, ligegyldig, ligegyldige, ligegyldigt
Αδιάφορος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάφορος

αδιάφορος σύζυγος, αδιάφορος σύντροφος, αδιάφορος άντρας, αδιάφορος συνώνυμα, αδιάφορος έλλη κοκκίνου lyrics, αδιάφορος λεξικό γλώσσας δανικά, αδιάφορος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αδιάπτωτος στα δανικά - uformindsket, usvækket, uformindsket styrke, uformindskede, med uformindsket styrke
  • αδιάφθορος στα δανικά - ukorrigerede, ukorrigeret, ikke korrigeret, korrigerede
  • αδιαλλαξία στα δανικά - uforsonlighed, uforsonlige, uforsonlige holdning, kompromisløse holdning, kompromisløse
  • αδιαμφισβήτητος στα δανικά - indiskutabelt, ubestridelig, uomtvistelige, indiskutable, ubestrideligt
Τυχαίες λέξεις
Αδιάφορος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ligeglade, ligeglad, ligegyldig, ligegyldige, ligegyldigt