Αδιάφορος στα τούρκικα
Μετάφραση: αδιάφορος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kayıtsız, ilgisiz, indifferent, duyarsız
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάφορος
αδιάφορος σύζυγος, αδιάφορος σύντροφος, αδιάφορος άντρας, αδιάφορος συνώνυμα, αδιάφορος έλλη κοκκίνου lyrics, αδιάφορος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδιάφορος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αδιάπτωτος στα τούρκικα - eksilmemiş, undiminished, azalmamış, dengeyle, Tahinle
- αδιάφθορος στα τούρκικα - düzeltilmemiş, düzeltilmemiştir, düzeltilmedi, düzeltilmemiş olarak
- αδιαλλαξία στα τούρκικα - uyuşmazlık, uzlaşmazlığı, uzlaşmaz, inatçılığı, uzlaşmazlığının
- αδιαμφισβήτητος στα τούρκικα - tartışmasız, tartışılmaz, tartışılmaz bir, tartışmasız bir, tartışma götürmez
Τυχαίες λέξεις
Αδιάφορος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kayıtsız, ilgisiz, indifferent, duyarsız
Μεταφράσεις: kayıtsız, ilgisiz, indifferent, duyarsız