Αεροπορία στα δανικά

Μετάφραση: αεροπορία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
luftfart, luftfarten, luftfartssikkerhed, luftfartssektoren, luftfartens
Αεροπορία στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αεροπορία

αεροπορία στρατού, αεροπορία στρατού στεφανοβίκειο, αεροπορία εισιτήρια, αεροπορία κύπρου, αεροπορία βαθμοί, αεροπορία λεξικό γλώσσας δανικά, αεροπορία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αεροπειρατεία στα δανικά - kapring, flykapring, hijacking, kapringen, kapring af
  • αεροπλάνο στα δανικά - flyvemaskine, fly, plan, planet, plane, flyet
  • αεροπόρος στα δανικά - pilot, aviator, aviatoren, aviators
  • αεροσκάφος στα δανικά - flyvemaskine, fly, luftfartøjer, luftfartøj, luftfartøjet
Τυχαίες λέξεις
Αεροπορία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: luftfart, luftfarten, luftfartssikkerhed, luftfartssektoren, luftfartens