Ακροβατικός στα δανικά
Μετάφραση: ακροβατικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
akrobatiske, akrobatisk, akrobatik, de akrobatiske, acrobatic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακροβατικός
ακροβατικός χορός, ακροβατικός λεξικό γλώσσας δανικά, ακροβατικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ακροατής στα δανικά - lytteren, lytter, lytterens, lyttende, tilhøreren
- ακροβάτης στα δανικά - akrobat, Acrobat, akrobaten, af Acrobat
- ακρωτήριο στα δανικά - cape, kappe, Kap, i Cape, forbjerget
- ακρωτηριάζω στα δανικά - lemlæste, lemlæster, at lemlæste, lemlæstelse, kan lemlæste
Τυχαίες λέξεις
Ακροβατικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: akrobatiske, akrobatisk, akrobatik, de akrobatiske, acrobatic
Μεταφράσεις: akrobatiske, akrobatisk, akrobatik, de akrobatiske, acrobatic