Ακόλουθος στα δανικά
Μετάφραση: ακόλουθος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
efter, følgende, således, følge, følger
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακόλουθος
ακόλουθος τύπου, ακόλουθος της άρτεμης, ακόλουθος τάσης, ακόλουθος αφροδίτης, ακόλουθος εκπομπού, ακόλουθος λεξικό γλώσσας δανικά, ακόλουθος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ακυρώνω στα δανικά - aflyse, afbestille, annullere, annullerer, annulleres
- ακόλαστος στα δανικά - Libertine, libertiner, Libertiners, Libertine er
- ακόμα στα δανικά - endnu, endog, selv, flad, lige, alligevel, regelmæssig, ...
- ακόνι στα δανικά - slibesten, Grindstone, slibestenen
Τυχαίες λέξεις
Ακόλουθος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: efter, følgende, således, følge, følger
Μεταφράσεις: efter, følgende, således, følge, følger