Ακόλουθος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ακόλουθος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
assistente, seguinte, seguintes, seguir, seguinte redacção, a seguir
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακόλουθος
ακόλουθος τύπου, ακόλουθος της άρτεμης, ακόλουθος τάσης, ακόλουθος αφροδίτης, ακόλουθος εκπομπού, ακόλουθος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ακόλουθος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ακυρώνω στα πορτογαλικά - reembolso, rescindir, abolição, reler, anular, cascar, revogar, ...
- ακόλαστος στα πορτογαλικά - libertino, libertina, libertine, libertinos, libertinagem
- ακόμα στα πορτογαλικά - chão, já, até, plano, vigília, todavia, mesmo, ...
- ακόνι στα πορτογαλικά - mó, rebolo, grindstone, pedra de amolar, esmeril
Τυχαίες λέξεις
Ακόλουθος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: assistente, seguinte, seguintes, seguir, seguinte redacção, a seguir
Μεταφράσεις: assistente, seguinte, seguintes, seguir, seguinte redacção, a seguir