Ακόλουθος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ακόλουθος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
steward, altaardienaar, volgend, volgende, na, onderstaande, volgt
Ακόλουθος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακόλουθος

ακόλουθος τύπου, ακόλουθος της άρτεμης, ακόλουθος τάσης, ακόλουθος αφροδίτης, ακόλουθος εκπομπού, ακόλουθος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ακόλουθος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ακυρώνω στα ολλανδικά - ontbinden, herroeping, afgelasten, ontbinding, annuleren, intrekking, afzeggen, ...
  • ακόλαστος στα ολλανδικά - losbol, losbandig, vrijdenker, libertijn, libertijnse
  • ακόμα στα ολλανδικά - nog, maar, egaal, toch, gelijk, effen, echter, ...
  • ακόνι στα ολλανδικά - slijpsteen, grindstone, maalsteen, molensteen, de slijpsteen
Τυχαίες λέξεις
Ακόλουθος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: steward, altaardienaar, volgend, volgende, na, onderstaande, volgt