Αλλοτριώνω στα δανικά

Μετάφραση: αλλοτριώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fremmedgør, afhænder, skaber afstand, skaber afstand mellem, fremmedgørelse
Αλλοτριώνω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλλοτριώνω

αλλοτριώνω συνωνυμο, αλλοτριώνω συνώνυμο, αλλοτριώνω σημασια, αλλοτριώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αλλοτριώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αλλοιώνω στα δανικά - alloiono
  • αλλοπρόσαλλος στα δανικά - uregelmæssig, uberegnelig, uberegnelige, fejlagtige, uregelmæssige
  • αλλόκοτος στα δανικά - underlig, nondescript, ubestemmelig, ubestemmelige
  • αλμυρός στα δανικά - salt, salte, salty, saltet, saltholdig
Τυχαίες λέξεις
Αλλοτριώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fremmedgør, afhænder, skaber afstand, skaber afstand mellem, fremmedgørelse