Αμυδρά στα δανικά

Μετάφραση: αμυδρά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dim, dæmpe, dæmpes, dæmpet, svagt
Αμυδρά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμυδρά

αμυδρά ετυμολογία, αμυδρά λεξικό γλώσσας δανικά, αμυδρά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αμπέλι στα δανικά - vingård, vingården, vinmark, vingårdens, vinbrug
  • αμυγδαλή στα δανικά - amygdala, amygdalaen
  • αμυδρός στα δανικά - svag, mørk, dim, dæmpe, dæmpes, dæmpet, svagt
  • αμυντικός στα δανικά - defensiv, defensive, forsvar, forsvarsfejl, defensiven
Τυχαίες λέξεις
Αμυδρά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dim, dæmpe, dæmpes, dæmpet, svagt