Αμυδρά στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμυδρά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lítil, dekkja, dim, slökkva, að dekkja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμυδρά
αμυδρά ετυμολογία, αμυδρά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμυδρά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμπέλι στα ισλανδικά - víngarð, Vineyard, vínekrur, víngarði, víngarða
- αμυγδαλή στα ισλανδικά - amygdala
- αμυδρός στα ισλανδικά - lítil, dekkja, dim, slökkva, að dekkja
- αμυντικός στα ισλανδικά - varnar, Varnarsinnaður, Varnarsinnaður Yfir, varnarstöðu, í vörn
Τυχαίες λέξεις
Αμυδρά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lítil, dekkja, dim, slökkva, að dekkja
Μεταφράσεις: lítil, dekkja, dim, slökkva, að dekkja