Αντικαθιστώ στα δανικά

Μετάφραση: αντικαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
erstatte, udskifte, erstatter, udskift, udskiftes
Αντικαθιστώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντικαθιστώ

αντικαθιστώ κλιση, αντικαθιστώ υποκαθιστώ, αντικαθιστώ συνώνυμο, αντικαθιστώ μετάφραση, αντικαθιστώ conjugation, αντικαθιστώ λεξικό γλώσσας δανικά, αντικαθιστώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αντιζηλία στα δανικά - rivalisering, rivaliseringen, konkurrence, rivalitet, rivaliseren
  • αντιθετικός στα δανικά - antitetiske
  • αντικατάσταση στα δανικά - udskiftning, erstatning, udskiftningen, udskiftning af, erstatte
  • αντικαταστάτης στα δανικά - erstatning, stedfortræder, erstatte, stedet, substitut
Τυχαίες λέξεις
Αντικαθιστώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: erstatte, udskifte, erstatter, udskift, udskiftes