Αντικαθιστώ στα ιταλικά
Μετάφραση: αντικαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scavalcare, sostituire, rimpiazzare, surrogare, sostituirà, sostituirlo, sostituire il, sostituire i
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικαθιστώ
αντικαθιστώ κλιση, αντικαθιστώ υποκαθιστώ, αντικαθιστώ συνώνυμο, αντικαθιστώ μετάφραση, αντικαθιστώ conjugation, αντικαθιστώ λεξικό γλώσσας ιταλικά, αντικαθιστώ στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αντιζηλία στα ιταλικά - emulazione, rivalità, la rivalità, concorrenza, rivalità tra, di rivalità
- αντιθετικός στα ιταλικά - antitetico, antitetica, antitetiche, antitetici, antitesi
- αντικατάσταση στα ιταλικά - sostituzione, supplente, ricambio, di sostituzione, la sostituzione, rimontaggio
- αντικαταστάτης στα ιταλικά - supplente, ricambio, sostituzione, sostituto, sostituire, sostitutiva, sostitutivo, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντικαθιστώ στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: scavalcare, sostituire, rimpiazzare, surrogare, sostituirà, sostituirlo, sostituire il, sostituire i
Μεταφράσεις: scavalcare, sostituire, rimpiazzare, surrogare, sostituirà, sostituirlo, sostituire il, sostituire i