Αποπνικτικός στα δανικά
Μετάφραση: αποπνικτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lummer, trykkende, lumre, lummert, sensuel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποπνικτικός
αποπνικτικός συνωνυμα, αποπνικτικός λεξικό γλώσσας δανικά, αποπνικτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποπληρωμή στα δανικά - tilbagebetaling, godtgørelse, tilbagebetalingen, indfrielse, tilbagebetalt
- αποπνέων στα δανικά - apopneon
- αποπνιχτικός στα δανικά - nær, lukke, kvælende, undertrykkende, undertrykkelsen, kvælning, kvæle
- αποποίηση στα δανικά - ansvarsfraskrivelse, disclaimer, erklæring om ansvarsfraskrivelse, ansvarsfraskrivelsen, Fraskrivelse af ansvar
Τυχαίες λέξεις
Αποπνικτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lummer, trykkende, lumre, lummert, sensuel
Μεταφράσεις: lummer, trykkende, lumre, lummert, sensuel