Αποπνικτικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποπνικτικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwoel, zwoele, sultry, broeierige, wellustige
Αποπνικτικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποπνικτικός

αποπνικτικός συνωνυμα, αποπνικτικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποπνικτικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποπληρωμή στα ολλανδικά - annuïteit, afbetalingstermijn, terugbetaling, aflossing, de terugbetaling, vergoeding, terugbetaald
  • αποπνέων στα ολλανδικά - apopneon
  • αποπνιχτικός στα ολλανδικά - besluiten, dichtmaken, dichtbij, sluiten, dichtdoen, naast, nabij, ...
  • αποποίηση στα ολλανδικά - ontkenning, Disclaimer, Gebruiksvoorwaarden, vrijwaring, voorbehoud
Τυχαίες λέξεις
Αποπνικτικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zwoel, zwoele, sultry, broeierige, wellustige