Αποταμίευση στα δανικά
Μετάφραση: αποταμίευση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
besparelser, opsparing, besparelse, fra opsparing
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποταμίευση
αποταμίευση βικιπαιδεια, αποταμίευση για όλουσ, αποταμίευση παροιμίες, αποταμίευση ορισμός, αποταμίευση έκθεση, αποταμίευση λεξικό γλώσσας δανικά, αποταμίευση στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποσύρω στα δανικά - tilbagekalde, trække, inddrage, trække sig, hæve
- αποτέλεσμα στα δανικά - følge, udfald, resultat, virkning, konsekvens, resultatet, grund, ...
- αποταμιεύω στα δανικά - beholde, spare, redde, gemme, sparer, spar
- αποτελεσματικός στα δανικά - effektiv, effektive, effektivt, en effektiv, faktiske
Τυχαίες λέξεις
Αποταμίευση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: besparelser, opsparing, besparelse, fra opsparing
Μεταφράσεις: besparelser, opsparing, besparelse, fra opsparing