Αποφοιτώ στα δανικά

Μετάφραση: αποφοιτώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
graduate, kandidat, uddannet, kandidatniveau
Αποφοιτώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφοιτώ

αποφοιτώ λεξικό γλώσσας δανικά, αποφοιτώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποφεύγω στα δανικά - undvige, undgå, undgå at, at undgå, undgås
  • αποφοίτηση στα δανικά - graduering, eksamen, endt uddannelse, gradueringen, gradueringsordningen
  • αποφυγή στα δανικά - undgåelse, unddragelse, undgå, at undgå, forebyggelse
  • αποχή στα δανικά - afståelse, hverken for eller imod, undlod at stemme, stemmeundladelse, undladelse
Τυχαίες λέξεις
Αποφοιτώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: graduate, kandidat, uddannet, kandidatniveau