Αποφοιτώ στα τούρκικα
Μετάφραση: αποφοιτώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mezun, lisansüstü, lisans, mezunu, yüksek lisans
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποφοιτώ
αποφοιτώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποφοιτώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αποφεύγω στα τούρκικα - sakınmak, hile, kaçınmak, önlemek, bilmek, kaçının, engellemek
- αποφοίτηση στα τούρκικα - mezuniyet, bitirme, mezun, Mezunluk
- αποφυγή στα τούρκικα - kaçınma, önleme, kaçınılması, sakınma, kaçınmak
- αποχή στα τούρκικα - kaçınma, çekimser, abstention, çekimserlik, çekimser kalması
Τυχαίες λέξεις
Αποφοιτώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: mezun, lisansüstü, lisans, mezunu, yüksek lisans
Μεταφράσεις: mezun, lisansüstü, lisans, mezunu, yüksek lisans