Απραξία στα δανικά
Μετάφραση: απραξία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
passivitet, manglende handling, undladelse, inaktivitet, at handle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απραξία
απραξία αγγλικα, προφορική απραξία, στοματική απραξία, οφθαλμοκινητική απραξία, απραξία λόγου, απραξία λεξικό γλώσσας δανικά, απραξία στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποχωρητήριο στα δανικά - toilet, toilettet, Toiletrulleholder, toiletpapir, toiletter
- αποχώρηση στα δανικά - tilbagetrækning, tilbagekaldelse, inddragelse, tilbagetrækningen, trækkes tilbage
- απρεπής στα δανικά - uklædelig, ukollegial, uværdigt, upassende for
- απροθυμία στα δανικά - uvilje, manglende vilje, uvilje mod, modvilje mod, modvilje
Τυχαίες λέξεις
Απραξία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: passivitet, manglende handling, undladelse, inaktivitet, at handle
Μεταφράσεις: passivitet, manglende handling, undladelse, inaktivitet, at handle