Αρχιεπίσκοπος στα δανικά
Μετάφραση: αρχιεπίσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ærkebiskop, ærkebiskoppen, Erkebispen, Erkebispens, ærkebispen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχιεπίσκοπος
αρχιεπίσκοπος αναστάσιος, αρχιεπίσκοπος μακάριος, αρχιεπίσκοπος δαμασκηνός, αρχιεπίσκοπος σπυρίδων, αρχιεπίσκοπος χριστόδουλος, αρχιεπίσκοπος λεξικό γλώσσας δανικά, αρχιεπίσκοπος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αρχηγός στα δανικά - leder, chef, ledende, administrerende, øverste, chefen
- αρχιδιάκονος στα δανικά - stiftsprovst, ærkediakon, Archdeacon, provsten, Stiftsprovsten
- αρχικά στα δανικά - oprindeligt, første omgang, i første omgang, oprindelig, indledningsvis
- αρχιπέλαγος στα δανικά - øgruppe, øhav, skærgård, øgruppen, skærgården
Τυχαίες λέξεις
Αρχιεπίσκοπος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ærkebiskop, ærkebiskoppen, Erkebispen, Erkebispens, ærkebispen
Μεταφράσεις: ærkebiskop, ærkebiskoppen, Erkebispen, Erkebispens, ærkebispen