Αρχιεπίσκοπος στα ολλανδικά
Μετάφραση: αρχιεπίσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aartsbisschop, metropoliet, de aartsbisschop, Archbishop, bisschop, Mgr
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχιεπίσκοπος
αρχιεπίσκοπος αναστάσιος, αρχιεπίσκοπος μακάριος, αρχιεπίσκοπος δαμασκηνός, αρχιεπίσκοπος σπυρίδων, αρχιεπίσκοπος χριστόδουλος, αρχιεπίσκοπος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αρχιεπίσκοπος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αρχηγός στα ολλανδικά - baas, chef, gebieder, aanvoerder, hoofd, leider, hoofdman, ...
- αρχιδιάκονος στα ολλανδικά - aartsdiaken, aartsdeken, archdeacon, eerwaarde, aartsdecaan
- αρχικά στα ολλανδικά - initiaal, voorletter, eerste, aanvankelijk, eerste instantie, in eerste instantie, oorspronkelijk
- αρχιπέλαγος στα ολλανδικά - eilandengroep, archipel, archipel van, eilanden
Τυχαίες λέξεις
Αρχιεπίσκοπος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aartsbisschop, metropoliet, de aartsbisschop, Archbishop, bisschop, Mgr
Μεταφράσεις: aartsbisschop, metropoliet, de aartsbisschop, Archbishop, bisschop, Mgr