Ατραξιόν στα δανικά

Μετάφραση: ατραξιόν, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fare, tiltrækning, attraktion, Type, seværdighed, seværdigheden
Ατραξιόν στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ατραξιόν

ατραξιόν λεξικό γλώσσας δανικά, ατραξιόν στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ατονία στα δανικά - svaghed, svage, svagheder, svækkelse
  • ατονώ στα δανικά - svaghed, svage, svagheder, svækkelse
  • ατροφία στα δανικά - atrofi, atrofi af, svind
  • ατσάλι στα δανικά - stål, jern-, jern- og, af stål
Τυχαίες λέξεις
Ατραξιόν στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fare, tiltrækning, attraktion, Type, seværdighed, seværdigheden