Ατραξιόν στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ατραξιόν, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
crivar, cavalgar, ir, passeio, viajar, andar, atração, de atração, atracção, atração da, atrativo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατραξιόν
ατραξιόν λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ατραξιόν στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ατονία στα πορτογαλικά - fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas
- ατονώ στα πορτογαλικά - fraqueza, debilidade, fragilidade, a fraqueza, fraquezas
- ατροφία στα πορτογαλικά - atrofiar, atrofia, a atrofia, atrofia do, atrofia de, de atrofia
- ατσάλι στα πορτογαλικά - aço, caldeira, de aço, em aço, do aço, siderúrgica
Τυχαίες λέξεις
Ατραξιόν στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: crivar, cavalgar, ir, passeio, viajar, andar, atração, de atração, atracção, atração da, atrativo
Μεταφράσεις: crivar, cavalgar, ir, passeio, viajar, andar, atração, de atração, atracção, atração da, atrativo