Βάναυσος στα δανικά

Μετάφραση: βάναυσος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Roughneck, boreassistent, boreassistent af
Βάναυσος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάναυσος

βάναυσος λεξικό γλώσσας δανικά, βάναυσος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βάλτος στα δανικά - sump, mose, marsk, Marsh, mosen, marsken
  • βάμμα στα δανικά - nuance, tinktur, tincture, grundtinkturen, Tinkturen
  • βάπτισμα στα δανικά - dåb, dåben, døbt, dåbens, Daab
  • βάρβαρος στα δανικά - barbar, vild, barbarisk, grusom, bister, bidsk, Barbarian, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάναυσος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Roughneck, boreassistent, boreassistent af