Βάναυσος στα ουκρανικά
Μετάφραση: βάναυσος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вулканолог, хуліган, хулиган
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάναυσος
βάναυσος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βάναυσος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βάλτος στα ουκρανικά - багно, болото, марси
- βάμμα στα ουκρανικά - відтінок, розчин, настойка, настоянка
- βάπτισμα στα ουκρανικά - хрещення, баптизм, Водохреща, Водохреще, хрищення, Водохрещу
- βάρβαρος στα ουκρανικά - дикун, мудрий, дикий, невихований, варвар
Τυχαίες λέξεις
Βάναυσος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вулканолог, хуліган, хулиган
Μεταφράσεις: вулканолог, хуліган, хулиган