Βάτος στα δανικά
Μετάφραση: βάτος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Bramble, Tornebusken, brombærbusk, brombær
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάτος
βάτος φυτό, βάτος σαγανάκι, βατος αχνιστός, βάτος ψάρι, βάτος ιδιότητες, βάτος λεξικό γλώσσας δανικά, βάτος στα δανικά
Μεταφράσεις
- βάσανο στα δανικά - pine, torment, pinsel, pinsler
- βάση στα δανικά - basis, grundlag, baggrund, grundlaget, ud
- βάτραχος στα δανικά - frø, tudse, frog, frøen, frøer
- βάφω στα δανικά - farvestof, kulør, maling, farve, male, maler, at male, ...
Τυχαίες λέξεις
Βάτος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Bramble, Tornebusken, brombærbusk, brombær
Μεταφράσεις: Bramble, Tornebusken, brombærbusk, brombær