Βελάζω στα δανικά
Μετάφραση: βελάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bræge, bræger, bræger op
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βελάζω
βελάζω λεξικό γλώσσας δανικά, βελάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- βεβηλώνω στα δανικά - besmitte, urene, vanhellige, urent, besudle
- βεζίρης στα δανικά - vesir, vesiren, visir, vizir
- βελανίδι στα δανικά - agern, Acorn, af Acorn, Konge
- βελανιδιά στα δανικά - eg, egetræ, Oak, i Oak, af egetræ
Τυχαίες λέξεις
Βελάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bræge, bræger, bræger op
Μεταφράσεις: bræge, bræger, bræger op