Βελάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: βελάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
virisema, määgima, mökitama, Ruikuttaa, Mäkättää, Määkiminen
Βελάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελάζω

βελάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, βελάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βεβηλώνω στα εσθονικά - defilee, reostama, mäekuru, rüvetavad, rüvetada, rüveta, rüvetage
  • βεζίρης στα εσθονικά - mask, vesiir, Visiiri, Vizer, suurvesiir
  • βελανίδι στα εσθονικά - tõru, tammetõru, Acorn, tammetõrude, tammetõrust
  • βελανιδιά στα εσθονικά - tamm, Oak, tamme, tammepuust, tammest
Τυχαίες λέξεις
Βελάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: virisema, määgima, mökitama, Ruikuttaa, Mäkättää, Määkiminen