Βελάζω στα πολωνικά

Μετάφραση: βελάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
beczenie, beczeć, bek, biadolenie, beczą, odbeczeć
Βελάζω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελάζω

βελάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, βελάζω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βεβηλώνω στα πολωνικά - defilować, kalać, zanieczyszczać, przedefilować, zanieczyścić, wąwóz, zbezcześcić, ...
  • βεζίρης στα πολωνικά - wezyr, wezyra, wezyrem
  • βελανίδι στα πολωνικά - żołądź, acorn, żołędzi, żołędzie, żołędzia
  • βελανιδιά στα πολωνικά - dąb, dębowy, Oak, dębu, dębowe
Τυχαίες λέξεις
Βελάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: beczenie, beczeć, bek, biadolenie, beczą, odbeczeć