Βλακείες στα δανικά
Μετάφραση: βλακείες, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bullshit, lort, pis, noget pis, noget lort
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βλακείες
ιερέσ βλακείεσ, εξυπνο βλακείες, βλακείες λεξικό γλώσσας δανικά, βλακείες στα δανικά
Μεταφράσεις
- βλήμα στα δανικά - raket, projektil, projektilet, projektilets, et projektil
- βλαβερός στα δανικά - skadelig, sårende, smertefuld, såre, lidt ondt
- βλαστάνω στα δανικά - spire, spirer, rosenkål, sprout, sproutbillede
- βλαστάρι στα δανικά - spire, spirer, rosenkål, sprout, sproutbillede
Τυχαίες λέξεις
Βλακείες στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bullshit, lort, pis, noget pis, noget lort
Μεταφράσεις: bullshit, lort, pis, noget pis, noget lort