Βολβός στα δανικά
Μετάφραση: βολβός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pære, pæren, bulb, lyskilde, pære i
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βολβός
βολβός τουλίπας, βολβός μετάφραση, βολβός γαλλικά, βολβόσ δωδεκαδακτύλου, βολβός ματιού, βολβός λεξικό γλώσσας δανικά, βολβός στα δανικά
Μεταφράσεις
- βοηθώ στα δανικά - hjælpe, assistent, bistand, hjælp, hjælpemiddel, bidrage, hjælper, ...
- βολή στα δανικά - shot, skud, chance, skudt, mål
- βολεύω στα δανικά - dragt, klare sig, klare over, at klare sig, at klare over
- βολικός στα δανικά - bekvem, passende, hyggelig, praktisk, bekvemt, bekvemme, belejligt
Τυχαίες λέξεις
Βολβός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pære, pæren, bulb, lyskilde, pære i
Μεταφράσεις: pære, pæren, bulb, lyskilde, pære i