Βότσαλο στα δανικά
Μετάφραση: βότσαλο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
rullesten, sten, småsten, pebble, grus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βότσαλο
βότσαλο αστυπάλαια, βότσαλο γαλαξίδι, βότσαλο μετάφραση, βότσαλο σπέτσες, βότσαλο λευκό, βότσαλο λεξικό γλώσσας δανικά, βότσαλο στα δανικά
Μεταφράσεις
- βόσκω στα δανικά - Browsing, Gennemser, Gennemse, gennemsyn
- βότανο στα δανικά - urt, herb, urter, krydderurt, urten
- βύθισμα στα δανικά - drag, udkast, udkast til, udkastet, udkastet til, forslag
- βύσμα στα δανικά - stik, plug, stikket, prop, proppen
Τυχαίες λέξεις
Βότσαλο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: rullesten, sten, småsten, pebble, grus
Μεταφράσεις: rullesten, sten, småsten, pebble, grus