Βότσαλο στα τούρκικα
Μετάφραση: βότσαλο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çakıl, çakıl taşlı, çakıllı, çakıl taşı, pebble
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βότσαλο
βότσαλο αστυπάλαια, βότσαλο γαλαξίδι, βότσαλο μετάφραση, βότσαλο σπέτσες, βότσαλο λευκό, βότσαλο λεξικό γλώσσας τούρκικα, βότσαλο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βόσκω στα τούρκικα - otlamak, Tarama, Browsing, gözatma, göz atma, gezinme
- βότανο στα τούρκικα - ot, bitki, herb, bitkidir, otu
- βύθισμα στα τούρκικα - taslak, taslağı, tasarısı, taslağını, draft
- βύσμα στα τούρκικα - tıkaç, tapa, fiş, plug, fişi, fişli, tapası
Τυχαίες λέξεις
Βότσαλο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çakıl, çakıl taşlı, çakıllı, çakıl taşı, pebble
Μεταφράσεις: çakıl, çakıl taşlı, çakıllı, çakıl taşı, pebble