Βότσαλο στα ρωσικά
Μετάφραση: βότσαλο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
галечник, галька, гонт, тонтина, дранка, вывеска, галечный, галечные, камешек, гальки
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βότσαλο
βότσαλο αστυπάλαια, βότσαλο γαλαξίδι, βότσαλο μετάφραση, βότσαλο σπέτσες, βότσαλο λευκό, βότσαλο λεξικό γλώσσας ρωσικά, βότσαλο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- βόσκω στα ρωσικά - царапина, стравливать, ссадина, задевание, пастись, касание, просмотр, ...
- βότανο στα ρωσικά - зелье, трава, растение, травы, трав
- βύθισμα στα ρωσικά - поток, нацеживание, чертёж, растягивание, шашка, протяжение, забрасывание, ...
- βύσμα στα ρωσικά - вилка, кран, стопор, закупорить, закупоривать, штепсель, заткнуть, ...
Τυχαίες λέξεις
Βότσαλο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: галечник, галька, гонт, тонтина, дранка, вывеска, галечный, галечные, камешек, гальки
Μεταφράσεις: галечник, галька, гонт, тонтина, дранка, вывеска, галечный, галечные, камешек, гальки