Γλυκάνισο στα δανικά
Μετάφραση: γλυκάνισο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anis, grøn anis, anise, groen anis, anisolie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλυκάνισο
γλυκάνισο στα αγγλικά, γλυκάνισο φυτό, γλυκάνισο υγεία, γλυκάνισο θεσσαλονίκη, γλυκάνισο (ανηθόλη), γλυκάνισο λεξικό γλώσσας δανικά, γλυκάνισο στα δανικά
Μεταφράσεις
- γλιστρώ στα δανικά - glide, glider, glid, at glide, glidebane
- γλοιώδης στα δανικά - klæbrig, klistret, slimet, slimede
- γλυκός στα δανικά - sød, kær, liflig, dessert, søde, sweet, sødt
- γλυκύτητα στα δανικά - sødme, sødhed, sødmen, søde
Τυχαίες λέξεις
Γλυκάνισο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anis, grøn anis, anise, groen anis, anisolie
Μεταφράσεις: anis, grøn anis, anise, groen anis, anisolie