Γρίφος στα δανικά

Μετάφραση: γρίφος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mystik, gåde, mysterium, puslespil, puzzle, puzzler
Γρίφος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γρίφος

γρίφος του nash, γρίφος ο σοφός ασκητής, γρίφος του αινστάιν, γρίφος στίχοι, γρίφος αϊνστάιν, γρίφος λεξικό γλώσσας δανικά, γρίφος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γρήγορος στα δανικά - hurtig, fast, hurtigt, hurtige
  • γρίπη στα δανικά - influenza, influenzalignende, flu
  • γραβάτα στα δανικά - slips, forbinde, bånd, binde, knytte, tie, uafgjort, ...
  • γραμμή στα δανικά - streg, kø, kabel, blod, linie, linje, overensstemmelse, ...
Τυχαίες λέξεις
Γρίφος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mystik, gåde, mysterium, puslespil, puzzle, puzzler